Τετάρτη 15 Μαΐου 2019

Ο μικρός Παραμυθάς

Ο μικρός Άγγελος άρχισε να περπατά στον μακρύ διάδρομο. Παραμυθάς ο ίδιος, τώρα ζούσε μέσα στο παραμύθι του. Οι σκιές δημιουργούσαν ένα τρομακτικό σκηνικό. Ατρόμητος όπως και οι ήρωές των παραμυθιών του συνέχισε τη διαδρομή.

- Γιατί ευχήθηκα να ζήσω ένα παραμύθι;; Φοβάμαι λίγο.

Ένα χέρι τον ακούμπησε στην πλάτη. Κατατρόμαξε. Γύρισε να κοιτάξει. Κανείς.
Στο τέλος του διαδρόμου η πόρτα οδηγούσε σε μια σάλα. Με φώτα. Πολλά φώτα. Στον μαρμάρινο καναπέ κάθονταν σταυροπόδι ένα σκαθάρι και μια χελώνα. Πορτοκαλάδα στο ένα χέρι, μπισκότο στο άλλα. Η συζήτηση τους φαίνονταν έντονη μια και δεν έδωσαν σημασία στην παρουσία του Άγγελου.

Ο μικρός μας παραμυθάς άκουγε την κουβέντα αυτών των περίεργων πλασμάτων αλλά δεν καταλάβαινε τι έλεγαν. Σάστισε. Γύρισε να φύγει αλλά ο διάδρομος είχε εξαφανιστεί. Στα δεξιά του υπήρχε ένα παράθυρο. Από εκεί θα έφευγε αν έβλεπε τα σκούρα.

Ξαφνικά η χελώνα γυρίζει, κοιτάζει τον Άγγελο και λέει “Κάθισε. Σε περιμέναμε”. Κάθισε στον καναπέ και πήρε ένα ποτήρι γάλα που υπήρχε επάνω στο τραπέζι. Όχι, δεν το πήρε μόνος του. Το σκαθάρι του έγνεψε ότι έπρεπε να το πάρει.

“Το ευχήθηκες. Πραγματοποιήθηκε. Ζεις το παραμύθι σου” είπε η χελώνα. Εκείνη τη στιγμή κουνήθηκε ο πολυέλαιος και ακούστηκε μια φωνή “3,2,1” και ένα βιβλίο εμφανίστηκε επάνω στο τραπέζι. Σάστισε ο Άγγελος. Έδειξε θάρρος όμως και σηκώθηκε να το πάρει.

“Είσαι έτοιμος;” ρώτησε η χελώνα αφήνοντας την πορτοκαλάδα επάνω στο τραπέζι,
“Αν ανοίξεις το βιβλίο δεν υπάρχει επιστροφή” είπε το σκαθάρι.

Ο Άγγελος πήρε στα χέρια του το βιβλίο. Έριξε μια ματιά το παράθυρο διαφυγής. Ποιο παράθυρο; Δεν υπήρχε κανένα παράθυρο τώρα.

Άνοιξε το βιβλίο. Λευκή σελίδα η πρώτη. Λευκή σελίδα και η δεύτερη, και η τρίτη και η τέταρτη.
Κοίταξε προς το σκαθάρι κάνοντας έναν μορφασμό που έδειχνε ότι δεν καταλάβαινε.
“Εκεί, εκεί στην βιβλιοθήκη είναι ένα μαγικό γυαλί. Με αυτό θα διαβάσεις το βιβλίο”

Σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς το μαγικό γυαλί. Έτρεμε. Η καρδούλα του χτυπούσε δυνατά. Έπιασε το γυαλί. Γύρισε να κοιτάξει την παράξενη παρέα. Είχαν εξαφανιστεί. Ήταν μόνος του τώρα. 

Άνοιξε το βιβλίο στην πρώτη σελίδα και κοίταξε μέσα από το μαγικό γυαλί.
“Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα παιδάκι που αγαπούσε τα ουράνια τόξα....”

Ο Άγγελος χαμογέλασε.



1 σχόλιο: