Κυριακή 3 Απριλίου 2011

"ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΚΑΠΝΟ"... ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟ ΟΛΩΝ ΜΑΣ!


Για ποιόν τελικά και γιατί είναι απόλυτη ανάγκη να εφαρμοστεί ο αντικαπνιστικός νόμος στους κλειστούς δημόσιους χώρους; Για χάρη κάποιων «υστερικών αντικαπνιστών που θέλουν να εκδικηθούν τους καπνιστές»;
Όχι!
Ο νόμος πρέπει να εφαρμοστεί για σένα και για μένα, για ανθρώπους που ζουν δίπλα σου και ίσως δεν τους γνωρίζεις.

Για το Θωμά, που παλεύει ...να κόψει το κάπνισμα αλλά όπου και να πάει υπάρχουν καπνιστές και καπνός που ακυρώνουν την προσπάθειά του ξανά και ξανά. Ακόμα κι οι φίλοι του τον περιγελούν λέγοντάς του «Σιγά μην καταφέρεις να το κόψεις…»

Για τη Χρύσα, που είχε την «ατυχία» να είναι έγκυος μέσα στο χειμώνα κι αν τολμήσει να πάει για καφέ ή φαγητό σε κλειστό χώρο και ζητήσει να μην καπνίζουν κοντά της, γίνεται δέκτης αποδοκιμαστικών σχολίων.
«Κι εσύ έγκυος γυναίκα τι δουλειά έχεις εδώ μέσα; Να μείνεις σπίτι σου!»

Για τον κύριο Τάκη, που μετά από σοβαρή περιπέτεια υγείας ο γιατρός του απαγόρευσε να καπνίζει ή να βρίσκεται σε μέρη με καπνό. Και πού να πάει; Μια ζωή έβγαινε, έβλεπε φίλους, καθόταν να πιει ένα καφεδάκι μαζί τους. Στο καφενείο όμως τωρα δυσφορεί και οι υπόλοιποι θαμώνες αντιδρούν με ειρωνεία στα παράπονά του. «Άσε μας Τάκη κι εσύ κι ο γιατρός σου, αφού κι ο ίδιος καπνίζει, ανοησίες λέει!»

Για τη Νάντια, που δουλεύει σε ένα γραφείο όπου όλοι οι συνάδελφοι της καπνίζουν κι εκείνη φεύγει κάθε μέρα άρρωστη από εκεί. Μάταια προσπάθησε να αλλάξει την κατάσταση με ευγένεια κι όταν ζήτησε να ανοίγουν έστω τα παράθυρα να αερίζεται ο χώρος, εκείνοι παραπονέθηκαν για το κρύο. Τώρα τελευταία της λένε «Εδώ μας μειώνουν μισθούς, απειλούνται οι θέσεις μας κι εσύ ακόμα για το τσιγάρο γκρινιάζεις;»

Για το Γιάννη, το σερβιτόρο σε καφετέρια της πλατείας που συχνά δεν μπορεί να πάρει ανάσα από τον καπνό. Στο παρελθόν είχε αντισταθεί σε πιέσεις φίλων, δεν κάπνισε ούτε στο στρατό, ούτε όταν πέρασε δυσκολίες, όμως είχε φτάσει τώρα να καπνίζει τσιγάρα άλλων με το έτσι θέλω. Το αφεντικό του ανένδοτο για την εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου, του είπε «Αν δε σου αρέσει εδώ που δουλεύεις, άνοιξε την πόρτα και φύγε! Δεν είμαστε καλά που θα εφαρμόσω φασιστικό νόμο στο μαγαζί μου…»

Για τη Βασιλική, που καιρό τώρα έπαψε να απολαμβάνει τις εξόδους με την παρέα της. Από όπου και να πάνε φεύγει με δακρυσμένα μάτια, πονοκέφαλο, ξερόβηχα και μια απαίσια μυρωδιά τσιγαρίλας να την τυλίγει από την κορφή ως τα νύχια που δεν βλέπει την ώρα να ξεφορτωθεί. Τη θυσία που κάνει να ακολουθεί την παρέα σε μέρη γεμάτα καπνό, κανείς φίλος της δε φαίνεται να την αναγνωρίζει, ίσα ίσα που της λένε «Τι είναι λίγος καπνός μπροστά στα καυσαέρια που αναπνέεις όλη μέρα; Μη γίνεσαι υπερβολική!»

Για την Ελένη και το Νίκο, παιδιά που ακολουθούν τους γονείς τους σε «οικογενειακή» ταβέρνα αλλά κάθε φορά με το φαγητό τους σερβίρεται και μια γενναία μερίδα καπνού που κάποιες φορές κάνει τα μάτια τους να θαμπώνουν και να δακρύζουν και το λαιμό να πονάει. Η μητέρα τους διαμαρτύρεται, ο καταστηματάρχης αντί για συγγνώμη, επιτίθεται. «Και τι θέλετε να κάνω κυρία μου, δεν μπορώ να ρισκάρω να χάσω τους καπνιστές πελάτες μου!»

Όλους αυτούς τους ανθρώπους, εσείς που είστε υπεύθυνοι για την εφαρμογή του νόμου, πόσο ακόμα θα τους αφήνετε απροστάτευτους;;